Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, τόνισε σε συνέντευξή του στο ΕΡΤnews την ανάγκη άμεσης αποκλιμάκωσης των αγροτικών κινητοποιήσεων μέσω διαλόγου, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η μεταφορά του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ είναι απαραίτητη για διαφάνεια και ουσιαστικούς ελέγχους, καθώς οι κινητοποιήσεις έχουν ήδη περάσει στην τρίτη εβδομάδα.
Όπως ανέφερε, το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει εδώ και καιρό ανοικτή πρόσκληση για διάλογο, ενώ και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, απηύθυνε την περασμένη Παρασκευή πρόσκληση στους αγρότες για συνάντηση στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο. «Είναι πραγματικά κρίμα να μη αξιοποιείται αυτή η ευκαιρία», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι οι δυσκολίες στον πρωτογενή τομέα είναι καταγεγραμμένες και αναγνωρισμένες.
Σχετικά με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ο κ. Τσιάρας τόνισε ότι το αίτημα να μη μεταφερθεί στην ΑΑΔΕ σημαίνει τη συνέχιση της σημερινής κατάστασης: χωρίς επαρκείς ελέγχους, πλήρη διαφάνεια και πραγματική εικόνα των στοιχείων. «Η μοναδική δυνατότητα για να μην επαναληφθούν φαινόμενα που δεν τιμούν κανέναν είναι η μεταφορά του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ», εξήγησε, επισημαίνοντας ότι εκεί γίνεται υψηλού επιπέδου διασταύρωση δεδομένων, όπως μεταξύ Ε9 και δηλώσεων ΟΣΔΕ, ενώ εξέφρασε απορία για τις αντιδράσεις κομμάτων σε αυτό το θέμα.
Όσον αφορά τα αιτήματα των αγροτών, επιβεβαίωσε ότι τα 30 αιτήματα έφτασαν στο υπουργείο μέσω email και εξετάζονται, διευκρινίζοντας ότι ορισμένα δεν μπορούν να ικανοποιηθούν, όπως οι ελάχιστες εγγυημένες τιμές, καθώς σε μια ελεύθερη ευρωπαϊκή αγορά κάτι τέτοιο δεν εφαρμόζεται μονομερώς. Υπενθύμισε ότι κάθε ενίσχυση πρέπει να είναι συμβατή με τους δημοσιονομικούς κανόνες και να έχει έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως συνέβη με το πρόγραμμα αποζημιώσεων για τον «Ντάνιελ» στη Θεσσαλία.
Για την ενέργεια και το κόστος παραγωγής, ο υπουργός τόνισε ότι η κυβέρνηση μπορεί να εξετάσει αυτά τα ζητήματα. Θύμισε την επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο, ενώ παραδέχθηκε προβλήματα στην εφαρμογή λόγω λανθασμένων τιμολογίων. Παράλληλα, ανέφερε ότι ο υπολογισμός των αναγκαίων ποσοτήτων πετρελαίου βασίζεται σε δεδομένα του 2015, γεγονός που προκαλεί αδικίες και απαιτεί επανεξέταση.
Σχετικά με το αγροτικό ρεύμα, επισήμανε ότι η κυβέρνηση στοχεύει στην παράταση του χαμηλού τιμολογίου πέραν της διετίας, ενώ τα 9,2 λεπτά/κιλοβατώρα είναι κάτω από το κόστος της ΔΕΗ, σε αντίθεση με το οικιακό ρεύμα (14 λεπτά) και το βιομηχανικό (20 λεπτά).
Ο υπουργός παραδέχθηκε ότι ορισμένα προϊόντα, όπως το βαμβάκι (35 λεπτά) και το σιτάρι (18 λεπτά), έχουν χαμηλές τιμές που δυσκολεύουν τους παραγωγούς, αλλά τόνισε ότι η συζήτηση πρέπει να επεκταθεί και σε διεθνείς προκλήσεις, όπως η νέα ΚΑΠ, η χρηματοδότησή της, η είσοδος χωρών όπως η Ουκρανία και οι επικείμενες εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ.
Σχετικά με την ένταση των κινητοποιήσεων, προειδοποίησε ότι η κατάσταση είναι σε «οριακό σημείο», προκαλώντας προβλήματα στις μετακινήσεις και την οικονομική δραστηριότητα, κάτι που «μπορεί να στραφεί τελικά και εναντίον των ίδιων των αγροτών». «Είναι η στιγμή, ενόψει και των Χριστουγέννων, να δρομολογήσουμε μια διαφορετική εξέλιξη», τόνισε, προσθέτοντας ότι ο διάλογος μπορεί να φέρει εκτόνωση και ουσιαστικές λύσεις.
Αναφορικά με τους κτηνοτρόφους και την ευλογιά, σημείωσε ότι η Ελλάδα παρέχει τη μεγαλύτερη αποζημίωση στην Ευρώπη, έως 250 ευρώ ανά ζώο, με συνολικές παρεμβάσεις πάνω από 180 εκατ. ευρώ. Για τον εμβολιασμό, τόνισε ότι πρόκειται για επιστημονικό ζήτημα που χειρίζεται η Εθνική Επιστημονική Επιτροπή, επισημαίνοντας ότι καμία χώρα που εφάρμοσε εμβολιασμό δεν βγήκε οριστικά από το καθεστώς της ευλογιάς, με σοβαρές επιπτώσεις και στις εξαγωγές φέτας.
Κλείνοντας, ο υπουργός υπογράμμισε ότι «η συζήτηση και η εύρεση λύσης είναι μονόδρομος», τόσο για τη στήριξη του αγροτικού κόσμου όσο και για την ανακούφιση της ελληνικής κοινωνίας συνολικά.
