Πλήθος κόσμου καταφθάνει από νωρίς σήμερα το πρωί στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης, για να τιμήσει τη μνήμη του Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου, με αφορμή τη συμπλήρωση 31 ετών από την εις Κύριον εκδημία του, που σημειώθηκε στις 12 Ιουλίου 1994.
Η Ιερά Μονή, όπου βρίσκεται ο χαριτόβρυτος τάφος του Αγίου Παϊσίου, δέχεται χιλιάδες προσκυνητές από κάθε γωνιά της Ελλάδας, αλλά και από το εξωτερικό.
Η ζωή και η αγιοκατάταξη του Αγίου Παϊσίου
Ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, ένας από τους πιο αγαπητούς και σεβαστούς σύγχρονους αγίους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου 1924 στα Φάρασα της Καππαδοκίας, λίγο πριν τον ξεριζωμό των κατοίκων και την έλευσή τους στην Ελλάδα. Στη βάπτισή του τον ονόμασε Αρσένιο ο ίδιος ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, προφητεύοντας την μελλοντική του αφιέρωση στον Θεό.
Μεγάλωσε στην Κόνιτσα, όπου από μικρή ηλικία έδειξε τον έντονο πόθο για τη μοναχική ζωή. Γαλουχήθηκε με τους βίους των Αγίων και ανέπτυξε ιδιαίτερη πνευματικότητα. Μετά τις βασικές του σπουδές, εργάστηκε ως ξυλουργός. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1945–1949), ως ασυρματιστής, διακρίθηκε για το θάρρος και την αυτοθυσία του, γεγονός που του χάρισε το προσωνύμιο «Ασυρματιστής του Θεού».
Το 1953, σε ηλικία 29 ετών, ακολούθησε τον μοναστικό βίο στο Άγιον Όρος. Αρχικά εντάχθηκε στην αυστηρή αδελφότητα της Ιεράς Μονής Εσφιγμένου και το 1954 εκάρη μοναχός με το όνομα Αβέρκιος. Λίγα χρόνια αργότερα, στη Μονή Φιλοθέου, έγινε μικρόσχημος μοναχός και έλαβε το όνομα Παΐσιος. Από τότε ξεκίνησε μια βαθιά ασκητική πορεία.
Ανάμεσα στις σημαντικότερες περιόδους της ζωής του ήταν η παραμονή του στο Σινά (1962), όπου έζησε σε απόλυτη ησυχία, νηστεία και προσευχή, κερδίζοντας την εκτίμηση ακόμη και των Βεδουίνων. Η ασθενική του υγεία τον ανάγκασε να επιστρέψει στο Άγιον Όρος, χωρίς όμως να χαλαρώσει τους πνευματικούς του αγώνες.
Το 1966 εισήχθη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου λόγω σοβαρής ασθένειας των πνευμόνων και φιλοξενήθηκε προσωρινά στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή. Μετά την ανάρρωση επέστρεψε στο Άγιον Όρος και το 1979 εγκαταστάθηκε στο κελί της Παναγούδας, όπου δέχθηκε πλήθος επισκεπτών, προσφέροντας λόγο παρηγοριάς, προσευχή και αγάπη. Εργαζόταν αδιάκοπα, κοιμόταν ελάχιστα και συνέχιζε τον ασκητικό του βίο παρά τις σοβαρές του ασθένειες.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του υπέφερε από πολλές αρρώστιες, με κυριότερη τον καρκίνο. Παρότι οι πόνοι του ήταν φρικτοί, αρνιόταν φάρμακα και παυσίπονα, υπομένοντας με υποδειγματική καρτερία. Τον Ιούλιο του 1994, και ενώ νοσηλευόταν στο Θεαγένειο, κοινώνησε για τελευταία φορά στις 11 του μηνός και εκοιμήθη ήσυχα την Τρίτη 12 Ιουλίου στις 11 το πρωί.
Ο ενταφιασμός του έγινε στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή, όπου σήμερα βρίσκεται και ο χαριτόβρυτος τάφος του. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον κατέταξε επισήμως στους Αγίους στις 13 Ιανουαρίου 2015 και η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο στις 12 Ιουλίου.