του Δημήτρη Κουτσούκου
Η Ελλάδα δημοσίευσε πρόσφατα έναν αναλυτικό χάρτη θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού, που περιλαμβάνει τη δημιουργία προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών μέχρι και τις ανατολικές παρυφές της Ρόδου και της περιοχής Καστελόριζου. Πολλοί στην Ελλάδα θεώρησαν αυτή την κίνηση πολιτικό μήνυμα ή πράξη διεκδίκησης. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα δεν κινήθηκε ούτε μονομερώς, ούτε προκλητικά. Απλώς έκανε αυτό που της ζητούσε η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σύμφωνα με την Οδηγία 2014/89/ΕΕ, όλα τα κράτη–μέλη είναι υποχρεωμένα να συντάξουν Εθνικό Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχέδιο, το οποίο καθορίζει χρήσεις, περιοχές περιβαλλοντικής προστασίας και πλαίσιο ανάπτυξης στις θάλασσες που βρίσκονται εντός εθνικής δικαιοδοσίας. Η Ελλάδα όφειλε να παραδώσει αυτό το σχέδιο και να το κοινοποιήσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Γι’ αυτό και συντάχθηκε ο χάρτης με τα θαλάσσια πάρκα, όχι για να προκαλέσει κανέναν, αλλά επειδή το επέβαλε το κοινοτικό πλαίσιο.
Στις 8 Ιουλίου 2025, η Αίγυπτος απέστειλε ρηματική διακοίνωση στην ελληνική πρεσβεία στο Κάιρο. Δεν απέρριψε τον ελληνικό σχεδιασμό. Τον αναγνώρισε ως φυσική πράξη ενός γειτονικού κράτους. Την ίδια στιγμή όμως, εξέφρασε συγκεκριμένες ενστάσεις. Επισήμανε ότι ορισμένα θαλάσσια τμήματα, τα οποία εμφανίζονται ως ελληνικά στον χάρτη, σύμφωνα με την αιγυπτιακή πλευρά εμπίπτουν στην αιγυπτιακή ΑΟΖ. Με λίγα λόγια, δεν είπε «δεν το αναγνωρίζω», αλλά «σε αυτό το κομμάτι έχουμε διαφωνία».
Αυτό που πολλοί ερμήνευσαν ως διπλωμαικό πάγωμα, εγώ το βλέπω αλλιώς. Το διαβάζω ως έξυπνο και συντονισμένο ελιγμό. Όχι ρήγμα, αλλά προετοιμασία. Η Αίγυπτος, με αυτή τη διακοίνωση, διαμορφώνει επίσημη νομική θέση για να μπορέσει, αν το επιλέξει, να προσφύγει μαζί με την Ελλάδα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, με στόχο την πλήρη και τελεσίδικη οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ. Μια διαδικασία που θα παράγει διεθνή τίτλο ιδιοκτησίας, αναγνωρισμένο από όλους. Και ακριβώς εδώ αρχίζει η ουσία.
Το τμήμα στο οποίο διατυπώνονται οι ενστάσεις της Αιγύπτου είναι το ίδιο που διεκδικεί η Τουρκία. Είναι η περιοχή μεταξύ Ρόδου, Καρπάθου, Καστελόριζου και της αιγυπτιακής ακτής. Είναι ο θαλάσσιος χώρος στον οποίο βασίζεται το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο. Αν η Ελλάδα και η Αίγυπτος καταφέρουν να πάνε από κοινού στη Χάγη και ζητήσουν από το Δικαστήριο να καθορίσει το μεταξύ τους όριο, τότε δεν θα κλείσουν απλώς μια διμερή εκκρεμότητα. Θα έχουν κατοχυρώσει, με διεθνή απόφαση, την αποκλειστικότητα σε μια περιοχή που διεκδικεί και η Άγκυρα.
Είναι σαν την παλιά τακτική που γινόταν στην Ελλάδα με τα χωράφια. Όταν δύο άνθρωποι διεκδικούσαν το ίδιο κομμάτι γης, χωρίς επίσημους τίτλους, προσέφευγαν στο δικαστήριο. Ο καθένας κατέθετε τη δική του αφήγηση. Ο ένας έλεγε ότι ο παππούς του το καλλιεργούσε, ο άλλος ότι είχε πρόβατα εκεί από τον Μεσοπόλεμο. Το δικαστήριο αποφάσιζε τελικά σε ποιον ανήκει το χωράφι και εκείνος που έπαιρνε την απόφαση στα χέρια του, απέκτησε τίτλο. Από εκεί που δεν υπήρχε τίποτα, υπήρχε πλέον νόμιμος ιδιοκτήτης.
Αυτό πάνε να κάνουν και τώρα η Ελλάδα με την Αίγυπτο. Δημιουργούν μια συνθήκη μέσα από την οποία μπορούν να πάρουν απόφαση Χάγης και να αποκτήσουν νομικό τίτλο στη θάλασσα. Και την Τουρκία δεν την ρωτάει κανείς. Δεν είναι διάδικος, δεν έχει έννομο συμφέρον και δεν μπορεί να προσβάλει την απόφαση. Ουσιαστικά, γίνεται τρίπλα. Από εκεί που όλοι περίμεναν να υπάρξει διαπραγμάτευση τριών πλευρών, η Άγκυρα θα ξυπνήσει και θα δει μια δεσμευτική απόφαση που την έχει αποκλείσει από την περιοχή.
Και τότε, η «Γαλάζια Πατρίδα» δεν θα ακυρωθεί με φρεγάτες και στόλους. Θα έχει ακυρωθεί ήσυχα, σε μια αίθουσα δικαστηρίου, με μία υπογραφή που θα έχει βαρύτητα πολύ μεγαλύτερη από δέκα NAVTEX.