Το έργο Great Sea Interconnector (πρώην EuroAsia Interconnector) είναι μια από τις πιο φιλόδοξες πρωτοβουλίες για την ενεργειακή διασύνδεση στην Ανατολική Μεσόγειο, με σημαντικές οικονομικές, τεχνικές και γεωπολιτικές προεκτάσεις.
Η ιστορία του έργου ξεκινά το 2012 και εξελίσσεται μέσα από πολλά στάδια διαπραγματεύσεων, τεχνικών προκλήσεων και πολιτικών αποφάσεων, φέρνοντας κοντά τρεις χώρες—την Κύπρο, την Ελλάδα και το Ισραήλ—με στόχο την ενεργειακή τους διασύνδεση μέσω ενός υποθαλάσσιου καλωδίου υψηλής τάσης.
Το Ξεκίνημα του Έργου
Η ιδέα του EuroAsia Interconnector γεννήθηκε το 2012, όταν ο επιχειρηματίας Νάσος Κτωρίδης παρουσίασε το όραμά του για τη διασύνδεση των ενεργειακών δικτύων της Κύπρου, της Ελλάδας και του Ισραήλ.
Στις 23 Ιανουαρίου 2012, ανακοινώθηκε επίσημα το έργο, το οποίο αμέσως προκάλεσε το ενδιαφέρον των κυβερνήσεων των τριών χωρών, καθώς και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στις 4 Μαρτίου 2012, υπογράφηκε στην Ιερουσαλήμ η πρώτη συμφωνία συνεργασίας για τη διεξαγωγή της μελέτης σκοπιμότητας του έργου.
Στη συμφωνία συμμετείχαν η EuroAsia Interconnector Ltd., η DEI Quantum Energy, και η Israel Electric Corporation, με την παρουσία του Ισραηλινού Υπουργού Ενέργειας Uzi Landau και του Διευθυντή της Israel Electric Corporation, Yiftah Ron-Tal.
Αυτή η συμφωνία έθεσε τα θεμέλια για τη μετέπειτα εξέλιξη του έργου.
Ανάπτυξη και Ενίσχυση της Συνεργασίας
Το έργο συνέχισε να κερδίζει υποστήριξη από τις εμπλεκόμενες κυβερνήσεις, καθώς και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στις 8 Αυγούστου 2013, οι Υπουργοί Ενέργειας της Κύπρου, του Ισραήλ και της Ελλάδας συναντήθηκαν στην Κύπρο και υπέγραψαν ένα τριμερές ενεργειακό μνημόνιο.
Αυτή η κίνηση επιβεβαίωσε την ισχυρή δέσμευση των τριών χωρών για την υλοποίηση του έργου, ενώ το 2013 το έργο εντάχθηκε στον κατάλογο των Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI) της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η σημασία του έργου αναγνωρίστηκε περαιτέρω το 2015, όταν ο Ισραηλινός Υπουργός Ενέργειας πρότεινε τον διπλασιασμό της προγραμματισμένης χωρητικότητας του καλωδίου από 1.000 MW σε 2.000 MW.
Αυτή η πρόταση βασίστηκε στην αναμενόμενη αύξηση των ενεργειακών αναγκών της περιοχής, κυρίως λόγω των νέων κοιτασμάτων φυσικού αερίου.
Οικονομική Στήριξη και Τεχνικές Δυσκολίες
Το 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε χρηματοδότηση ύψους 14,5 εκατομμυρίων ευρώ για τις τελικές λεπτομερείς μελέτες του έργου.
Οι μελέτες αυτές ήταν κρίσιμες για την κατανόηση των τεχνικών προκλήσεων που συνδέονται με την υλοποίηση του έργου, ιδιαίτερα λόγω των μεγάλων βάθων που πρέπει να καλυφθούν από το υποθαλάσσιο καλώδιο.
Παράλληλα, το έργο αντιμετώπισε και εσωτερικές προκλήσεις, κυρίως αναφορικά με την κατανομή των αρμοδιοτήτων.
Στις 12 Ιουλίου 2018, ο ΑΔΜΗΕ και η κοινοπραξία EuroAsia Interconnector διαφώνησαν για τον έλεγχο της ζεύξης Αττικής-Κρήτης.
Αυτή η διαφωνία οδήγησε στη δημιουργία της θυγατρικής εταιρείας Αριάδνη Interconnector από τον ΑΔΜΗΕ, η οποία ανέλαβε την ευθύνη για την ανάπτυξη της ελληνικής σύνδεσης.
Η Νέα Εποχή και το Κόστος
Στα τέλη του 2023, το έργο μετονομάστηκε σε Great Sea Interconnector, σηματοδοτώντας την είσοδό του στη φάση της κατασκευής.
Το κόστος του έργου αυξήθηκε σημαντικά στα 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ, κυρίως λόγω της αύξησης των τιμών των υλικών και των άλλων σχετικών δαπανών.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε τη χρηματοδότηση 657 εκατομμυρίων ευρώ μέσω της διευκόλυνσης “Συνδέοντας την Ευρώπη”, ενώ η Κυπριακή Δημοκρατία δεσμεύθηκε να συνεισφέρει με 100 εκατομμύρια ευρώ. Το υπόλοιπο ποσό καλύπτεται από την ΑΔΜΗΕ και άλλους πόρους.
Γεωπολιτική Σημασία
Η γεωπολιτική σημασία του έργου είναι αδιαμφισβήτητη. Η ενεργειακή διασύνδεση Κύπρου, Ισραήλ και Ελλάδας ενισχύει την ενεργειακή ασφάλεια της περιοχής και μειώνει την εξάρτηση από εξωτερικές πηγές ενέργειας.
Το έργο δημιουργεί έναν νέο ενεργειακό διάδρομο που συνδέει την Ευρώπη με την Ασία, προσφέροντας στις εμπλεκόμενες χώρες τη δυνατότητα να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στην περιφερειακή ενεργειακή ασφάλεια.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βλέπει το έργο ως μια στρατηγική ευκαιρία για την επίτευξη των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας, μειώνοντας τις εκπομπές CO2 και ενισχύοντας τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (Centelsa by Nexans).
Ταυτόχρονα, η Κυπριακή κυβέρνηση εξετάζει μέτρα για την ασφάλιση πολιτικού κινδύνου και την προστασία των επενδύσεων, δεδομένης της ασταθούς γεωπολιτικής κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αντιδράσεις στην Κύπρο
Παρά τις σημαντικές προοπτικές του έργου, οι αντιδράσεις στην Κύπρο είναι ανάμεικτες. Πολλοί ανησυχούν για το υψηλό κόστος του έργου και την πιθανή επιβάρυνση των Κυπρίων καταναλωτών.
Από την 1η Ιανουαρίου 2025, αναμένεται η επιβάρυνση των καταναλωτών με 0,6 σεντ ανά κιλοβατώρα, κάτι που έχει προκαλέσει αντιδράσεις τόσο από τους πολίτες όσο και από πολιτικούς φορείς.
Η Κυπριακή κυβέρνηση, αν και αναγνωρίζει τη στρατηγική σημασία του έργου, έχει δείξει διστακτικότητα να προχωρήσει λόγω των γεωπολιτικών και οικονομικών κινδύνων. Παράλληλα, υπάρχουν φωνές που υποστηρίζουν ότι η ενεργειακή ανεξαρτησία της Κύπρου και η δυνατότητα σύνδεσης με την Ευρώπη μέσω της Ελλάδας υπερτερούν των όποιων κινδύνων.
Το Great Sea Interconnector είναι ένα έργο με τεράστια σημασία για την Ανατολική Μεσόγειο και την Ευρώπη. Παρά τις προκλήσεις και τις αντιδράσεις, η ολοκλήρωσή του αναμένεται να φέρει σημαντικά οφέλη στην περιοχή, ενισχύοντας την ενεργειακή ασφάλεια, μειώνοντας την εξάρτηση από παραδοσιακές πηγές ενέργειας και αναβαθμίζοντας τη γεωπολιτική θέση της Κύπρου και των άλλων εμπλεκόμενων χωρών.
του Δημήτρη Κουτσούκου