Μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε τη Δευτέρα με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, ο Αμερικανός πρόεδρος φαίνεται να κάνει αυτό ακριβώς. Το βαθύτερο ερώτημα τώρα είναι αν εγκαταλείπει επίσης το τριετές σχέδιο της Αμερικής για τη στήριξη της Ουκρανίας, όπως σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι New York Times.
Ο απολογισμός τους ρίχνει φως στην απόφαση του Τραμπ να σηκώσει τα χέρια ψηλά όσον αφορά μια ειρηνευτική διαδικασία που προηγουμένως είχε υποσχεθεί να επιλύσει σε μόλις 24 ώρες. Και αν δεν αντιστρέψει και πάλι την πορεία του, οι εξελίξεις της Δευτέρας άφησαν τον Πούτιν ακριβώς με αυτό που ήθελε: όχι μόνο ένα τέλος στην αμερικανική πίεση, αλλά και τη δημιουργία ενός βαθέος ρήγματος στο εσωτερικό του Οργανισμού Βορειοατλαντικού Συμφώνου, μεταξύ των Αμερικανών και των παραδοσιακών Ευρωπαίων συμμάχων τους, οι οποίοι λένε ότι θα προχωρήσουν ούτως ή άλλως σε κυρώσεις.
Για πολλούς, η απόφαση του κ. Τραμπ είχε προαναγγελθεί – πρώτα από τη φλογερή, τηλεοπτική συνάντησή του με τον κ. Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο, στη συνέχεια από την παραίτηση της Αμερικανίδας πρέσβειρας στο Κίεβο.
«Η πολιτική από την αρχή της διακυβέρνησης Τραμπ ήταν να ασκηθεί πίεση στο θύμα, την Ουκρανία, και όχι στον επιτιθέμενο, τη Ρωσία», έγραψε η Μπρίτζετ Α. Μπρινκ, η πρώην πρέσβειρα και επί μακρόν αξιωματούχος της Εξωτερικής Υπηρεσίας, αφού έφυγε από το Κίεβο τον περασμένο μήνα. «Η ειρήνη με οποιοδήποτε τίμημα δεν είναι καθόλου ειρήνη – είναι κατευνασμός».