Οι σεισμοί το προηγούμενο διάστημα ήταν συχνοί, έφτασαν μέχρι ένα μέγιστο 5,3 ρίχτερ και υπήρξαν κάποιες ζημιές, σχετικά εντοπισμένες, κυρίως σε υψηλότερα σημεία των κατασκευών -τρούλους, καμινάδες – αλλά και χαμηλότερα σε κάποια μοναστήρια, άλλα πιο κοντά, άλλα πιο μακριά από τα επίκεντρα», δήλωσε ο ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Χρήστος Ιγνατάκης, επικεφαλής της Ομάδας Εργασίας που σύστησε το ΤΕΕ/ΤΚΜ με στόχο να μελετήσει τις επιπτώσεις από τη σεισμική ακολουθία στο Άγιο Όρος.
«Ασχοληθήκαμε και με τη σεισμική ιστορία και πώς το έδαφος της περιοχής την επηρεάζει, αλλά και με την αποτύπωση των ζημιών», σημείωσε ο κ. Ιγνατάκης, προσθέτοντας ότι για τη διαδικασία του προσεισμικού ελέγχου έγινε προσαρμογή του προγράμματος προσεισμικού ελέγχου που εφαρμόζεται σε όλα τα δημόσια κτίρια στην Ελλάδα, «τροποποιούμε τις διαδικασίες για να γίνουν κατάλληλες για κτίρια του Αγίου Όρους». Το έργο του προσεισμικού ελέγχου στο Άγιο Όρος, όπως εξήγησε, είναι σύνθετο «αν σκεφτούμε ότι τα στατικά ανεξάρτητα κτήρια – ένα συγκρότημα μπορεί να έχει τέσσερα-πέντε κτήρια και το καθένα εξετάζεται χωριστά -είναι γύρω στα 3.000-4.000».
Σχετικά με την αποκατάσταση των ζημιών, σημείωσε πως «είναι στα πρώτα της στάδια, σε άλλες Μονές γίνονται μελέτες, σε άλλες έχουν ξεκινήσει κάποιες μικροεπισκευές», όμως «δεν είναι επικίνδυνα τα πράγματα σε καμία περίπτωση, επομένως δε χτύπησε συναγερμός».
Όπως επισημάνθηκε στις παρουσιάσεις που έγιναν -μεταξύ άλλων- από τον ομότιμο ερευνητή ΙΤΣΑΚ-ΟΑΣΠ Βασίλη Μάργαρη, τον αν. Καθηγητή του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών Βασίλη Παπανικολάου και τον πολιτικό μηχανικό Αλέξανδρο Κούστα τα κύρια δομικά στοιχεία των κτηρίων του Αγίου Όρους περιλαμβάνουν λιθοδομές διαφόρων τύπων, πλινθόκτιστους καμπύλους φορείς, ξυλόπηκτους τοίχους κυρίως στους ανώτερους ορόφους, ξύλινες κατασκευές, ξυλοδεσιές (ξύλινα διαζώματα), ενώ περιορισμένη είναι η χρήση μεταλλικών φορέων και οι νεώτερες επεμβάσεις.
Ιδιαίτερης αξίας, όπως τονίστηκε, αποδείχθηκε η τοποθέτηση επιταχυνσιογράφων σε τέσσερις μονές του Αγίου Όρους -στη Σκήτη Αγίας Άννας, στη Μεγίστη Λαύρα, στη Σιμονόπετρα και στο Βατοπαίδι- κάτι που έδωσε ακριβή στοιχεία για τις επιταχύνσεις και τον ακριβή προσδιορισμό των περιοχών -και Μονών- που δέχθηκαν τη μεγαλύτερη σεισμική ενέργεια, και όπως φάνηκε η Ι.Μ. Βατοπαιδίου που βρίσκεται κάθετα στα ρήγματα «δέχθηκε και τη μεγαλύτερη επιτάχυνση», όπως σημείωσε ο κ. Παπανικολάου. «Μαζέψαμε όλα τα επίκεντρα των σεισμών για τη συγκεκριμένη περιοχή, είναι καθαρά καθορισμένη η περιοχή», σημείωσε ο κ. Μάργαρης.